Αρχική Θέματα Δημοσιότητας Άρθρα-Ομιλίες-Συνεντεύξεις Ευκαιρία να τεθεί στο τραπέζι ξανά το θέμα των σχέσεων το θέμα των σχέσεων κράτους – Εκκλησίας 27/9/08

Ευκαιρία να τεθεί στο τραπέζι ξανά το θέμα των σχέσεων το θέμα των σχέσεων κράτους – Εκκλησίας 27/9/08

Αρθρο του Γιώργου Ανωμερίτη στην "Ελευθεροτυπία"

« Ευκαιρία να τεθεί στο τραπέζι ξανά το θέμα των σχέσεων  το θέμα των σχέσεων κράτους – Εκκλησίας».

΄Αρθρο  του Γιώργου Ανωμερίτη που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» στις 27/­9­/08

 

Το σκάνδαλο διαπλεκόμενων συμφερόντων μεταξύ ηγουμένου Μονής και πολιτικής εξουσίας επανέφερε για μια ακόμα φορά στο προσκήνιο το θέμα των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας.

Ένα θέμα, το οποίο όταν τίθεται, προσλαμβάνει οξύτητα, αφού αντικληρικοί και θρησκόληπτοι το προσεγγίζουν ψηφοθηρικά και ποτέ συναινετικά. Οι συγκρούσεις του 1987 για την εκκλησιαστική περιουσία και του 2000 για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες δε φαίνεται να έχουν γίνει μάθημα και στις δύο πλευρές.

Το σκάνδαλο του Βατοπεδίου είναι πολλαπλό. Πρώτον, είναι οικονομικό σκάνδαλο αδιαφανούς και αντίθετης με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη ανταλλαγής περιουσιακών στοιχείων. Δεύτερον, είναι πολιτικό σκάνδαλο γιατί πολιτικά και δικαστικά στελέχη μεθόδευσαν το ξεπούλημα της περιουσίας του Δημοσίου. Τρίτον, είναι θρησκευτικό σκάνδαλο, γιατί κληρικοί σκανδάλισαν τους πιστούς, επιδεικνύοντας πλούτο και κοσμικότητα, παραβαίνοντας τις αξίες του ασκητισμού, στις οποίες έδωσαν όρκο προσήλωσης.

Είναι  όμως  ευκαιρία  να  τεθούν  και  πάλι  στο  τραπέζι  του  διαλόγου  σημαίνοντα θέματα σχέσεων της Πολιτείας και της Εκκλησίας, τα οποία κατά την άποψή μου επιλυόμενα, θα βοηθήσουν κυρίως την Εκκλησία και το έργο της, θρησκευτικό και ηθικό, που στους καιρούς αυτούς έχει εκπέσει.

1.         Σ χέσεις Κράτους και Εκκλησίας: Επιτέλους, μετά από το 1967 φαίνεται με το νυν προκαθήμενο της Ελληνικής Εκκλησίας, να κυριαρχεί το δόγμα, ότι Χριστός και Καίσαρ δεν είναι οι όψεις του αυτού νομίσματος, θέση που καθιέρωσε ο Ιερώνυμος της Χούντας και ορισμένες παραθρησκευτικές οργανώσεις. Φυσικά το πλαίσιο σχέσεων των δύο πλευρών είναι ρυθμισμένο συνταγματικά και οι σχέσεις αυτές μέχρι το 2015 δε μπορούν ν’ αλλάξουν. Αυτά που μπορούν να αλλάξουν είναι ο παράλληλος και ξεκάθαρος διαχωρισμός, της ονοματοδοσίας, του γάμου, της κήδευσης, του όρκου κ.α., όπου το κράτος θέτει τους πολιτικούς κανόνες, αφήνοντας στον πολίτη πέραν της υποχρεωτικής πολιτικής επιλογής, την έκφραση της ελεύθερης θρησκευτικής του έκφρασης.

2. Εκκλησιαστική Ακίνητη Περιουσία: Η νόθα κατάσταση, η οποία προέκυψε το 1987 πρέπει νομοθετικά να κλείσει τον κύκλο της. Οι νόμοι 1700/87 και 1811/98, αντί να ελέγξουν την εκκλησιαστική ακίνητη περιουσία, δημιούργησαν καθεστώς ανομίας, έτσι ώστε να κυριαρχεί σήμερα η αδιαφάνεια στη διαχείρισή της. Κανείς δεν αντιλέγει ότι η Εκκλησία ως ΝΠΔΔ δεν πρέπει να έχει περιουσία. Αντιθέτως! Το τεράστιο κοινωνικό, κυρίως προνοιακό της έργο απαιτεί πόρους. Το θέμα όμως δεν είναι η διατήρηση περιουσίας, αλλά η διαχείρισή της και ο έλεγχος επ’ αυτής. Ο γράφων,  ως  Πρόεδρος  του  ΟΔΕΠ  το  1987,  για  τα  θέματα  αυτά  «επετιμήθη» δημοσίως (αφορίσθηκε) από την Ιερά Σύνοδο, «για να συγχωρεθεί» αργότερα και να δικαιώνεται συνεχώς μέχρι σήμερα. Μου αρκούν η «συγγνώμη» του μακαριστού Χριστόδουλου, πριν από το θάνατό του και η αυτοκριτική του Α. Παπανδρέου για τα λάθη του στο θέμα αυτό.

3.Εκκλησιαστική Κινητή Περιουσία: Όλοι ασχολούνται με την ακίνητη περιουσία της Εκκλησίας, η οποία έχει σήμερα μικρή αξία, αφού τα «φιλέτα» της πουλήθηκαν στην πλουτοκρατία μετά τη μεταπολίτευση. Μελέτη μου για το θέμα αυτό το 1979, με πλήρη απογραφή, το αποδεικνύει. Η ληστεία όμως στον τόπο μας έχει γίνει με το ξεπούλημα της κινητής εκκλησιαστικής περιουσίας, για την οποία σημειωτέον ουδέποτε  από  το  1821  μέχρι  σήμερα  έχει  γίνει  απογραφή.  Η  κινητή  μάλιστα περιουσία είναι σε αξία πολλαπλάσια της ακίνητης! Έχει σε μεγάλο μέρος πουληθεί από ιερόσυλους, κληρικούς και μοναχούς στην ελληνική πλουτοκρατία και σε οίκους του εξωτερικού.

Οι εκκλησιαστικοί ηγέτες πρέπει να επιλέξουν. Θέλουν εκκλησία εταιρικής μορφής, ή αυτοδιοικούμενο και ελεγχόμενο από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς της Πολιτείας νομικό πρόσωπο. Το κράτος οφείλει να αναλάβει μαζί με τη χρηματοδότηση του κλήρου και την προστασία των εκκλησιαστικών μνημείων. Και οι πιστοί ως μέλη της Εκκλησίας, οφείλουν μηνιαίως να καταβάλουν ένα ποσό για τις λειτουργικές της δαπάνες. Η θρησκευτική παράδοση και ο πολιτισμός των 20 αιώνων της ανήκουν σε όλους. Ο Γ. Α. Παπανδρέου αναφερόμενος πρόσφατα στην φορολόγηση της εκκλησιαστικής περιουσίας ήταν απολύτως σαφής: μίλησε για φορολόγηση της εκμεταλλεύσιμης περιουσίας και όχι για τα παγκάρια. Γιατί η συνταγματική ισότητα πρέπει να εφαρμόζεται επί όλων των κατεχόντων χωρίς εξαιρέσεις. Και επιτέλους οι διάφοροι επιχειρηματούντες θρησκευτικοί λειτουργοί ή μοναχοί πρέπει να διαλέξουν: Με το Χριστό ή το Μαμωνά; Έχοντας κάποιοι στο Βατοπέδι επιλέξει το δεύτερο, έναν δρόμο έχουν: να αποσχηματισθούν ή να αποσυρθούν άμεσα σε σκήτη. Για τους μοναχούς, μοναχικός βίος και επιχειρηματική δραστηριότητα δεν ταιριάζουν. Αλλά, αφού το «σεμνά και ταπεινά» έγινε «αλαζονικά και πλούσια», γιατί να μη γίνει για ορισμένους «δεξιούς» του Κυρίου η «φτώχεια και ταπεινοφροσύνη», του μοναχισμού «πλούτος και κοσμική επίδειξη» στα σαλόνια της εξουσίας, από την οποία αντλούν και όχι από το Θεό τη δύναμή τους.